ΕΕΤΕΠ

Αιτιολογική Έκθεση στο Σχέδιο Νόμου

Δείτε την αιτιολογική Έκθεση στο Σχέδιο Νόμου σχετικά με την Αδειοδότηση παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης. εδώ

 

 

Αιτιολογική Έκθεση στο Σχέδιο Νόμου:

«Αδειοδότηση παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης – Ίδρυση συνδεδεμένης εταιρίας παρ. 4 άρθρου 1 του Ν. 4324/2015 (ΦΕΚ Α’ 44/2015) – Ρύθμιση θεμάτων Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ ), τροποποίηση διατάξεων Ν. 4070/2012 (ΦΕΚ Α΄ 82/2012) και άλλες διατάξεις»

Α. Επί της Αρχής

Με τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου επιδιώκεται η ρύθμιση της διαδικασίας αδειοδότησης των παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης εθνικής και περιφερειακής εμβέλειας, προκειμένου να διασφαλίζεται, όπως σε κάθε κράτος δικαίου αρμόζει, η νομιμότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεων αυτών κατά την ολοκλήρωση της μετάβασης στην ψηφιακή εποχή της τηλεόρασης. Παράλληλα με την αδειοδότηση θα διασφαλισθούν η πολυφωνία, η αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, η ενίσχυση της κοινωνικής αποστολής της τηλεόρασης και η ενίσχυση της πολιτιστικής ανάπτυξης της χώρας, με γνώμονα το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία του πολίτη κατ΄ επιταγή του άρθρου 15 του Συντάγματος. Επίσης με το παρόν σχέδιο νόμου επιτυγχάνεται μια ουσιαστική παρέμβαση στον χώρο των ψηφιακών δικτύων και τηλεπικοινωνιών με στόχο αφενός μεν την διασφάλιση της παροχής δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής στο σύνολο της επικράτειας, αφετέρου δε την διασφάλιση των ρυθμιστικών συνθηκών εκείνων που είναι απαραίτητες προκειμένου να λειτουργήσει με τον πλέον διαφανή, αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο η αγορά τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα. Το σχέδιο νόμου διαρθρώνεται σε τέσσερα κεφάλαια, που έχουν διαφορετική ρυθμιστική στόχευση, αλλά εξυπηρετούν την ίδια πολιτική προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, διαφάνειας στη λειτουργία της αγοράς και διασφάλιση της παροχής βασικών υπηρεσιών στο σύνολο της επικράτειας χωρίς αποκλεισμούς.

Στο πρώτο κεφάλαιο ρυθμίζεται η διαδικασία βάσει της οποίας θα χορηγηθούν οι άδειες παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης εθνικής και περιφερειακής εμβέλειας. Η εκπομπή επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής αποτελεί παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και προϋποθέτει τη συνεργασία δύο διαφορετικών φορέων : α) του παρόχου δικτύου και β) του παρόχου περιεχομένου, για τους οποίους καθιερώνεται η υποχρέωση να είναι διαφορετικά νομικά πρόσωπα. Ο διαχωρισμός ανάμεσα στις υπηρεσίες παροχής περιεχομένου και παροχής δικτύου καθιερώθηκε με την Οδηγία 2002/21/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο εσωτερικό δίκαιο με το ν. 3592/2007, ο οποίος με τη διάταξη του άρθρου 2 περ. 6 ορίζει ως πάροχο περιεχομένου την επιχείρηση που διαθέτει ολοκληρωμένο ραδιοτηλεοπτικό περιεχόμενο προς μετάδοση στο ευρύ κοινό, εικοσιτετράωρης ή μικρότερης χρονικής διάρκειας. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, η ραδιοτηλεόραση υπόκειται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους, ο οποίος περιλαμβάνει και την υποβολή της επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής σε καθεστώς αδειοδότησης από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.). Η με το παρόν σχέδιο νόμου αδειοδότηση θα αφορά την παροχή υπηρεσιών επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής, η οποία αποτελεί υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 106 παρ. 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνίσταται στην παροχή στο κοινό τηλεοπτικών υπηρεσιών, βάσει προϋποθέσεων, όρων και διαδικασιών που διασφαλίζουν, αφενός, τη νομιμότητα, τη διαφάνεια, την πολιτική και πολιτισμική πολυμέρεια και πολυφωνία και τον ελεύθερο και ανόθευτο οικονομικό ανταγωνισμό στον ευρύτερο τομέα των μέσων ενημέρωσης και, αφετέρου, την παροχή στο κοινό υψηλού επιπέδου τηλεοπτικών υπηρεσιών. Καθιερώνεται δε νέος τρόπος αδειοδότησης , ο οποίος συνίσταται στη δημοπρασία των αδειών ανά κατηγορία εμβέλειας, προγράμματος και περιεχομένου, η οποία θα διενεργηθεί από το Ε.Σ.Ρ. και στην οποία θα μπορούν να συμμετάσχουν οι εταιρίες οι οποίες θα πληρούν τις προϋποθέσεις που τίθενται με το σχέδιο νόμου.

Κατά την προηγούμενη 25ετία κατά την οποία εξέπεμπαν και λειτουργούσαν οι αναλογικοί τηλεοπτικοί σταθμοί (εθνικής, περιφερειακής και τοπικής εμβέλειας) ίσχυσε πληθώρα νομοθετικών διατάξεων που ρύθμιζαν τον χώρο των Μ.Μ.Ε. και ειδικά (κάποιες εξ αυτών) το καθεστώς της αδειοδότησής τους. Λόγω της αναποτελεσματικής εφαρμογής τους , η βασική συνέπεια των ρυθμίσεων αυτών ήταν να παρέλθει όλη η «εποχή» της αναλογικής τηλεόρασης χωρίς να δοθούν οριστικές άδειες στους τηλεοπτικούς σταθμούς και να επιχειρηθεί κατά τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή η «νομιμοποίηση» των υφιστάμενων αναλογικών τηλεοπτικών σταθμών μέσω νομοθετικών παρεμβάσεων κατ΄ αντίθεση με τη διαμορφωμένη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία έχει κρίνει ότι οι συνεχείς παρατάσεις στο καθεστώς λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών αντίκεινται προς το Σύνταγμα και ειδικότερα προς τις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου και της ισότητας των διοικουμένων. Οπότε και εξ αυτού του λόγου κρίνεται επιβεβλημένη η χορήγηση αδειών με απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης, με ταυτόχρονη εξασφάλιση της λειτουργίας τους υπό καθεστώς διαφάνειας, με τις διαδικαστικές και ουσιαστικές εγγυήσεις που αρμόζουν σε ένα σύγχρονο κράτους δικαίου και θέτοντας όλους τους συμμετέχοντες στην ίδια θέση «εκκίνησης».

Βάσει των ανωτέρω η παρέμβαση της Πολιτείας διά της παρούσας νομοθετικής ρύθμισης αποσκοπεί στα εξής:

– Στη νομιμότητα της λειτουργίας των παρόχων περιεχόμενου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης

– Στη διασφάλιση της πολυφωνίας

– Στην ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού και στη δραστηριοποίηση υγιών οικονομικά επιχειρήσεων στο χώρο των Μ.Μ.Ε.

– Στην απλούστευση και επιτάχυνση της διαδικασίας της αδειοδότησης.

– Στην παροχή ποιοτικών τηλεοπτικών υπηρεσιών.

 

Ειδικότερα με το παρόν σχέδιο νόμου ορίζονται οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη δημοπρασία που θα διεξαχθεί από το Ε.Σ.Ρ. , δυνάμει της οποίας θα χορηγηθούν οι άδειες ανά κατηγορία εμβέλειας, προγράμματος και θεματικού περιεχομένου. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή μίας επιχείρησης Μ.Μ.Ε. στη διαδικασία αυτή είναι να διαθέτει το κατά περίπτωση προβλεπόμενο ελάχιστο κεφάλαιο που θα διασφαλίζει τη λειτουργία της, αφού θα είναι υποχρεωμένη στη διατήρηση του κεφαλαίου αυτού με ίδια κεφάλαια , καθόλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας, η οποία ορίζεται στα δέκα (10) έτη. Επιπροσθέτως θα πρέπει να τηρεί τις οριζόμενες ελάχιστες προϋποθέσεις που αφορούν το απασχολούμενο προσωπικό , τον τεχνολογικό εξοπλισμό, την κτηριακή υποδομή και το περιεχόμενο του εκπεμπόμενου προγράμματος. Ρυθμίζονται επίσης κωλύματα και ασυμβίβαστες ιδιότητες των μετόχων και των διοικητικών στελεχών των υποψηφίων εταιριών καθώς και ο έλεγχος προέλευσης των οικονομικών μέσων που διέθεσαν οι μέτοχοι για τη συμμετοχή της στην κάθε εταιρία. Τέλος επιβάλλεται η υποχρέωση ονομαστικοποίησης των μετοχών των υποψηφίων και των μετόχων αυτών μέχρι φυσικού προσώπου.

Με τον απευθείας καθορισμό του θεσμικού πλαισίου της διαδικασίας της αδειοδότησης από το νόμο, χωρίς τη μεσολάβηση της έκδοσης προεδρικού διατάγματος, επιταχύνεται η διαμόρφωσή του, ώστε να ρυθμιστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα η δραστηριότητα των ψηφιακών παρόχων περιεχομένου. Στην προκήρυξη που θα εκδώσει το Ε.Σ.Ρ. θα προβλέπονται οι όροι και η διαδικασία χορήγησης των αδειών και ιδίως ο ειδικότερος τρόπος διεξαγωγής της δημοπρασίας, η τιμή εκκίνησης για κάθε δημοπρατούμενη άδεια , ο τρόπος ανακήρυξης των αδειούχων καθώς και το πως θα καταβληθεί το τίμημα από τους υπερθεματιστές. Καθορίζονται επίσης οι όροι και το περιεχόμενο των χορηγούμενων αδειών , ενώ τίθενται και ειδικοί λόγοι ανάκλησής τους που σχετίζονται με την διατήρηση από τους αδειούχους των προϋποθέσεων βάσει των οποίων τους χορηγήθηκε η άδεια, όπως η μη διατήρηση ιδίων κεφαλαίων, ελάχιστου προσωπικού και περιεχομένου εκπεμπόμενου προγράμματος.

Στο δεύτερο κεφάλαιο διασφαλίζεται η ανάπτυξη δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής με την ίδρυση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου που λειτουργεί ως θυγατρική της ΕΡΤ Α.Ε. Η δημιουργία της Α.Ε. «ΕΡΤ Δίκτυο Επίγειας Ψηφιακής Ευρυεκπομπής – ΕΡΤnet A.E.», βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τον ιδρυτικό νόμο της ΕΡΤ (άρθρο 2 του Ν.4324/2015 – ΦΕΚ Α΄ 44) κι έρχεται να συνεισφέρει στην υλοποίηση της παρ. 2 του άρθρου 15 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση των πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την υποχρεωτική και δωρεάν μετάδοση των εργασιών της Βουλής και των επιτροπών της, καθώς και προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα». Το γράμμα και το πνεύμα των κανόνων που σχετίζονται με την υποχρέωση παροχής τηλεοπτικού προγράμματος ως δημόσια υπηρεσία με την ουσιαστική και λειτουργική έννοια του όρου υπηρετείται από το σύνολο των διατάξεων του Ν. 4324/2015 και συμπληρώνεται από τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου. Το παρόν σχέδιο νόμου διασφαλίζει ότι παρέχονται οι κατάλληλες υποδομές δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής (α) σε κάθε περιοχή της χώρας και (β) με όρους που διασφαλίζουν ισότιμη και δίκαια πρόσβαση στο δίκτυο επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής σε όλους τους παρόχους ψηφιακού περιεχομένου. Ο διαχωρισμός του παρόχου δικτύου από τον πάροχο του περιεχομένου είναι απαραίτητος προκειμένου να διασφαλισθεί η ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη για διασφάλιση του δημοσίου χαρακτήρα του παρόχου δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής και ταυτόχρονα η διαφοροποίησή του από την μητρική ΕΡΤ Α.Ε. Η παρέμβαση που πραγματοποιείται με το παρόν σχέδιο νόμου κρίνεται αναγκαία προκειμένου να δημιουργηθεί και να διασφαλισθεί ένα περιβάλλον πραγματικού ανταγωνισμού με σεβασμό τόσο στις συνταγματικές διατάξεις όσο και στο κοινοτικό κεκτημένο. Η διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα του δικτύου επίγειας ψηφιακής

ευρυεκπομπής στοχεύει στην καταπολέμηση μονοπωλιακών δομών της αγοράς που αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη και δεν μπορούν να προσφέρουν ούτε ένα στοιχειώδες επίπεδο υπηρεσιών για το σύνολο της επικράτειας, πολύ δε μάλλον στις παραμεθόριες περιοχές, για προφανείς λόγους διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος και της εθνικής ασφάλειας.

 

Στο τρίτο κεφάλαιο τροποποιείται ο Ν. 4070/2012 με έμφαση στην διασφάλιση της ανεξαρτησίας της αρχής, στον εξορθολογισμό των αρμοδιοτήτων της ΕΕΤΤ και στην διασφάλιση της διαφάνειας στον τρόπο λειτουργίας της και στην λογοδοσία των μελών της. Κεντρικός στόχος της νομοθετικής παρέμβασης είναι η προστασία του χαρακτήρα της ΕΕΤΤ ως εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ώστε να μπορεί να διαδραματίζει με επιτυχία το ρόλο του ρυθμιστή της εθνικής αγοράς τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων. Προκειμένου να ακολουθηθεί τόσο το γράμμα όσο και το πνεύμα του κοινοτικού νομοθέτη, αλλά και να υπάρξει μια εθνική πολιτική για τις τηλεπικοινωνίες που να διατηρεί την αγορά μακριά από στρεβλώσεις και φαινόμενα αδιαφάνειας, θα πρέπει και η ίδια η ρυθμιστική αρχή να μπορεί να λειτουργεί κατά τον πλέον διαφανή τρόπο. Είναι, ως εκ τούτου, απαραίτητο να υπάρξει επικαιροποίηση του νομοθετικού της πλαισίου με έμφαση στην αύξηση της λογοδοσίας των μελών της και την δημιουργία ασφαλιστικών δικλείδων στη λειτουργία της. Για τους λόγους αυτούς θεσπίζεται μια πειθαρχική διαδικασία που είναι πραγματικά λειτουργική, ανεξάρτητη και αποτελεσματική, ένα πλαίσιο κανόνων σε σχέση με τη λειτουργία της που διασφαλίζει την πραγματική της ανεξαρτησία από τους παράγοντες της αγοράς και, τέλος, πραγματοποιείται η σύσταση και λειτουργία της πειθαρχικής επιτροπής κατά τρόπο διαφανή, απλό και λειτουργικό. Η νομοθετική αυτή παρέμβαση καθίσταται επιτακτική εάν λάβουμε υπόψη μας τις δυσλειτουργίες που έχει εμφανίσει μέχρι τώρα ο Ν. 4070/2012 στην εφαρμογή της και η σχεδόν παντελής έλλειψη δικλείδων ασφαλείας στη λειτουργία της ΕΕΤΤ. Άμεσο αποτέλεσμα της θεσμικά στρεβλωμένης λειτουργίας της ΕΕΤΤ είναι η καθυστέρηση στην διεκπεραίωση των τρεχόντων εργασιών της και η δημιουργία σοβαρών αμφιβολιών σε σχέση με την πραγματική ανεξαρτησία των μελών της, προβλήματα που αντανακλούν στον τρόπο ρύθμισης

της αγοράς ψηφιακών τηλεπικοινωνιών, δικτύων και περιεχομένου. Επιπλέον, η παντελής έλλειψη καθορισμένου πλαισίου πειθαρχικών παραπτωμάτων των μελών της ΕΕΤΤ καθώς και συγκεκριμένης και αποτελεσματικής διαδικασίας συγκρότησης και λειτουργίας του πειθαρχικού συμβουλίου της ΕΕΤΤ έχει δημιουργήσει ένα σοβαρό κενό νόμου με άμεσες συνέπειες στην εύρυθμη λειτουργία της ΕΕΤΤ.

Στο τέταρτο κεφάλαιο ρυθμίζονται θέματα που άπτονται της απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων από την εκτέλεση μεγάλων συγχρηματοδοτούμενων έργων του άρθρου 100 του Κανονισμού (ΕΕ) 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το θέμα καταβολής του Φ.Π.Α. και της απρόσκοπτης προόδου των διαγωνιστικών διαδικασιών στις αναθέσεις μελετών και δημοσίων έργων (Ν.3669/2008 και Ν.3316/2015) καθώς και θέματα που αφορούν τους αυτοκινητιστές, από την έλλειψη λειτουργίας σε όλα τα καθορισμένα σημείων των εγκεκριμένων μελετών των κλειστών αυτοκινητοδρόμων των σταθμών εξυπηρέτησης αυτοκινητιστών.

 

Β. Επί των άρθρων

Α΄ Κεφάλαιο

Άρθρο 1. Με το άρθρο 1 ορίζεται η έννοια του παρόχου περιεχόμενου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής , η λειτουργία και οι υπηρεσίες που αφορά η αδειοδότηση των παρόχων περιεχομένου, παρέχεται η νομοθετική εξουσιοδότηση για τη διενέργεια της αδειοδότησης μέσω δημοπρασίας από το Ε.Σ.Ρ. με την έκδοση σχετικής προκήρυξης και γίνεται και η διάκριση των χορηγούμενων αδειών σε εθνικής και περιφερειακής εμβέλειας, ανάλογα με τη γεωγραφική κάλυψη που αυτές αφορούν.

Άρθρο 2. Με το άρθρο 2 προβλέπεται ότι η διαδικασία αδειοδότησης θα γίνει σύμφωνα με τους ισχύοντες Χάρτες Συχνοτήτων, οι οποίοι δύνανται να τροποποιούνται με απόφαση των συναρμόδιων υπουργών καθώς και ότι

καθορίζονται με τους Χάρτες Συχνοτήτων οι συχνότητες, οι τεχνικές προδιαγραφές που οφείλουν να πληρούν οι πάροχοι δικτύου, συμπεριλαμβανόμενης και της Ε.Ρ.Τ. Α.Ε., οι περιορισμοί εκπομπής στους οποίους υπόκεινται οι πάροχοι δικτύου, τα επιτρεπτά κέντρα εκπομπής, η γεωγραφική περιοχή κάλυψης του κάθε κέντρου εκπομπής, καθώς και η διαδικασία περιοδικού ελέγχου των ανωτέρω περιορισμών εκπομπής. Με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού προβλέπεται ότι ο αριθμός των προκηρυσσόμενων αδειών παρόχων περιεχομένου ανά κατηγορία εμβέλειας, προγράμματος και είδος περιεχομένου καθορίζεται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού στον οποίο ανατίθενται εκάστοτε οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας , μετά από γνώμη του Ε.Σ.Ρ., καθώς και ότι με κοινή υπουργική απόφαση του ιδίου Υπουργού και του Υπουργού καθορίζεται η τιμή εκκίνησης ανά κατηγορία δημοπρατούμενης άδειας, ομοίως με γνώμη του Ε.Σ.Ρ. . Με την παράγραφο 6 η χρονική διάρκεια ισχύος των αδειών καθορίζεται σε δέκα (10) έτη. Με την παράγραφο 7 ορίζεται ότι η σχετική διαδικασία αδειοδότησης θα γίνει σύμφωνα με την εκδοθείσα από το Ε.Σ.Ρ. προκήρυξη και με την παράγραφο 8 προβλέπεται η υποχρέωση των υποψηφίων να δηλώσουν με την κατατεθείσα αίτηση συμμετοχής τους στη διαδικασία αδειοδότησης την εμβέλεια , το είδος προγράμματος καθώς και τον δίαυλο ραδιοσυχνοτήτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής, μέσω του οποίου επιθυμούν να εκπέμψουν το πρόγραμμά τους ανά γεωγραφική περιοχή .

Άρθρο 3. Με το άρθρο 3 προσδιορίζεται η απαιτούμενη νομική μορφή των υποψηφίων για αδειοδότηση και συγκεκριμένα ότι μπορούν να συμμετάσχουν ανώνυμες εταιρίες (υφιστάμενες ή υπό σύσταση, ημεδαπές και αλλοδαπές ) , που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στο χώρο των ΜΜΕ, Ο.Τ.Α. και κοινοπραξίες και προβλέπονται τα σχετικά νομιμοποιητικά έγγραφα που θα πρέπει να υποβάλουν οι υποψήφιοι, ενώ παρέχεται και εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ για τον ειδικότερο καθορισμό των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών.

Άρθρο 4. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 καθορίζεται το ελάχιστο καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο που θα πρέπει να έχουν οι υποψήφιοι για να συμμετάσχουν στη διαδικασία για τις άδειες εθνικής εμβέλειας και συγκεκριμένα το ποσό των οκτώ εκατομμυρίων (8.000.000) ευρώ για την χορήγηση άδειας παρόχου περιεχομένου ενημερωτικού προγράμματος γενικού περιεχομένου, το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ για τη χορήγηση άδειας παρόχου περιεχομένου ενημερωτικού προγράμματος θεματικού περιεχομένου και το ποσό των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ για τη χορήγηση άδειας παρόχου περιεχομένου μη ενημερωτικού προγράμματος. Το ελάχιστο καταβεβλημένο κεφάλαιο που πρέπει να διαθέτουν οι υποψήφιοι για χορήγηση άδειας περιφερειακής εμβέλειας θα καθοριστεί με κοινή υπουργική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού στον οποίο ανατίθενται εκάστοτε οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας. Θα πρέπει το ελάχιστο αυτό οριζόμενο κεφάλαιο να υφίσταται καθόλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας. Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι τα ίδια κεφάλαια των υποψηφίων εταιριών δεν θα πρέπει να υπολείπονται του ελάχιστου ως άνω μετοχικού κεφαλαίου. Οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν στη διασφάλιση της οικονομικής επιφάνειας αλλά και στη δυνατότητα της εύρυθμης λειτουργίας των τηλεοπτικών επιχειρήσεων. Με την παράγραφο 3 παρέχεται η δυνατότητα καταβολής εγγυητικής επιστολής από τους υποψηφίους σε περίπτωση που τα ίδια κεφάλαια υπολείπονται του ελάχιστου καταβεβλημένου κεφαλαίου κατά το χρόνο υποβολής της αίτησής τους και καθορίζεται ο συγκεκριμένος τύπος της εγγυητικής επιστολής που θα πρέπει να υποβληθεί στο Ε.Σ.Ρ. Με την παράγραφο 4 προβλέπονται τα σχετικά νομιμοποιητικά έγγραφα που θα πρέπει να υποβάλουν οι υποψήφιοι, ενώ παρέχεται και εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ για τον ειδικότερο καθορισμό των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών.

Άρθρο 5. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 5 προβλέπεται η υποχρέωση ονομαστικοποίησης των μετοχών των υποψηφίων μέχρι φυσικού προσώπου για τις ημεδαπές εταιρίες. Με την παράγραφο 2 η υποχρέωση αυτή επεκτείνεται και στις αλλοδαπές εταιρίες, εφόσον υπάρχει αντίστοιχη

υποχρέωση κατά το δίκαιο της χώρας τους. Με την παράγραφο 3 ορίζεται η διαδικασία ελέγχου της μη ονομαστικοποίησης των μετοχών των αλλοδαπών εταιριών. Με την παράγραφο 4 καθιερώνεται η εξαίρεση από τη σχετική υποχρέωση της ονομαστικοποίησης των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιριών μελών Ε.Ε. – Ο.Ο.Σ.Α. Με την παράγραφο 5 ορίζεται ότι η υποχρέωση ονομαστικοποίησης καταλαμβάνει και τους ενεχυρούχους δανειστές. Με την παράγραφο 6 προβλέπονται τα σχετικά νομιμοποιητικά έγγραφα που θα πρέπει να υποβάλουν οι υποψήφιοι, ενώ παρέχεται και εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ για τον ειδικότερο καθορισμό των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών.

Άρθρο 6. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 προβλέπεται ότι οι μέτοχοι (με ποσοστό πάνω από 1%) , τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οι νόμιμοι εκπρόσωποι των υποψηφίων εταιριών , δεν θα πρέπει να έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για κακούργημα και συγκεκριμένα αδικήματα. Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι τα πρόσωπα αυτά δεν θα πρέπει να συμμετέχουν καθοιονδήποτε τρόπο σε επιχειρήσεις ερευνών της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς και σε διαφημιστικές επιχειρήσεις. Με την παράγραφο 3 τίθεται η προϋπόθεση ελέγχου της προέλευσης των οικονομικών μέσων του υποψηφίου και των 10 μεγαλύτερων μετόχων του , τα οποία διέθεσαν για τη συμμετοχή τους στην εταιρία. Με την παράγραφο 4 προβλέπονται τα σχετικά νομιμοποιητικά έγγραφα που θα πρέπει να υποβάλουν οι υποψήφιοι, ενώ παρέχεται και εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ για τον ειδικότερο καθορισμό των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών.

Άρθρο 7. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 προβλέπεται ο τεχνολογικός εξοπλισμός και η κτηριακή υποδομή που θα πρέπει να διαθέτουν οι υποψήφιοι προκειμένου να συμμετάσχουν στη διαδικασία της αδειοδότησης και να εξασφαλίσουν υψηλή τεχνική ποιότητα των μεταδιδόμενων προγραμμάτων τους. Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι οι ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές και τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά ανά κατηγορία άδειας θα καθοριστούν με την προκήρυξη του Ε.Σ.Ρ. Με την παράγραφο 3 παρέχεται η δυνατότητα σε όσους υποψηφίους δεν διαθέτουν τον απαιτούμενο εξοπλισμό

και υποδομή να δηλώσουν ότι, σε περίπτωση αδειοδότησής τους, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη χορήγηση της άδειας θα τα διαθέτουν.

Άρθρο 8. Με το άρθρο 8 επιβάλλονται στους υποψήφιους συγκεκριμένες υποχρεώσεις, οι οποίες αφορούν στο εκπεμπόμενο πρόγραμμά τους. Ειδικότερα με τις παραγράφους 1 – 4 επιβάλλεται η υποχρέωση κάλυψης ενός ελάχιστου αριθμού ωρών προγράμματος ανά ημέρα, ανάλογα με την εμβέλεια και το είδος του παρόχου περιεχομένου και καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο προγράμματος. Με τις παραγράφους 5 και 6 ρυθμίζονται οι δυνατότητες πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των παρόχων περιεχομένου, όπως η υποχρέωση μετάδοσης δελτίων ειδήσεων σε νοηματική γλώσσα και μετάδοση προγράμματος με υποτιτλισμό. Με την παράγραφο 7 προβλέπονται τα σχετικά έγγραφα που θα πρέπει να υποβάλουν οι υποψήφιοι, ενώ παρέχεται και εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ για τον ειδικότερο καθορισμό των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών. Με την παράγραφο 8 παρέχεται η δυνατότητα σε όσους υποψηφίους δεν μεταδίδουν το απαιτούμενο πρόγραμμα να δηλώσουν ότι, σε περίπτωση αδειοδότησής τους, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη χορήγηση της άδειας θα το μεταδίδουν.

Άρθρο 9. Με το άρθρο 9, προκειμένου να διασφαλιστούν θέσεις εργασίας, αλλά και η εύρυθμη λειτουργία των επιχειρήσεων παρόχων περιεχομένου, καθορίζεται ο ελάχιστος αριθμός και είδος προσωπικού ανάλογα με την κατηγορία της εμβέλειας (εθνικής ή περιφερειακής) και το είδος του προγράμματος (ενημερωτικού, γενικού ή θεματικού περιεχομένου, ή μη ενημερωτικού). Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι το προσωπικό των υποψηφίων για άδειες εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού χαρακτήρα γενικού περιεχομένου πρέπει να απαρτίζεται, κατά μέσο όρο ετησίως, τουλάχιστον από τετρακόσια (400) άτομα, το προσωπικό των υποψηφίων για άδειες εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού χαρακτήρα θεματικού περιεχομένου πρέπει να απαρτίζεται, κατά μέσο όρο ετησίως, τουλάχιστον από διακόσια (200) άτομα το προσωπικό των υποψηφίων για άδειες εθνικής εμβέλειας μη ενημερωτικού

χαρακτήρα πρέπει να απαρτίζεται, κατά μέσο όρο ετησίως, τουλάχιστον από πενήντα (50) άτομα και το προσωπικό των υποψηφίων για άδειες περιφερειακής εμβέλειας ενημερωτικού ή μη χαρακτήρα πρέπει να απαρτίζεται, κατά μέσο όρο ετησίως, τουλάχιστον από είκοσι (20) άτομα. Με την παράγραφο 4 προβλέπονται τα σχετικά έγγραφα που θα πρέπει να υποβάλουν οι υποψήφιοι, ενώ παρέχεται και εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ για τον ειδικότερο καθορισμό των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών. Με την παράγραφο 5 παρέχεται η δυνατότητα σε όσους υποψηφίους δεν απασχολούν το απαιτούμενο ελάχιστο προσωπικό, να δηλώσουν ότι, σε περίπτωση αδειοδότησής τους, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη χορήγηση της άδειας υποχρεούνται να το προσλάβουν.

Άρθρο 10. Με το άρθρο 10 καθορίζονται οι λοιποί όροι συμμετοχής στη διαδικασία αδειοδότησης των υποψηφίων, όπως να μην τελούν σε πτώχευση, εκκαθάριση, αναγκαστική διαχείριση, να είναι οι ίδιοι και οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμεροι, να μην υπάρχουν ασυμβίβαστες ιδιότητες των μετόχων, μελών δ.σ., νομίμων εκπροσώπων, οι οποίες ελέγχονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί συγκέντρωσης ελέγχου περισσοτέρων μέσων ενημέρωσης καθώς και να εξυπηρετούνται ομαλά τυχόν ληφθέντα τραπεζικά δάνεια από τους υποψηφίους, τους μετόχους τους και τους νομίμους εκπροσώπους τους. Επίσης ρυθμίζεται η καταβολή του παραβόλου του Ελληνικού Δημοσίου για την εξέταση της υποψηφιότητάς τους καθώς και ότι όλα τα δικαιολογητικά για την εξέταση των προϋποθέσεων συμμετοχής των υποψηφίων θα καθοριστούν από την προκήρυξη του Ε.Σ.Ρ.

Άρθρο 11. Με το άρθρο 11 προβλέπεται ότι με την προκήρυξη του ΕΣΡ θα καθοριστούν οι όροι χορήγησης των αδειών και ειδικότερα: α) η εμβέλεια, το πρόγραμμα και το είδος του περιεχομένου που αφορούν , β) η χρονική διάρκεια της άδειας, γ) η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων, δ) το χρονοδιάγραμμα, τα στάδια και ο τρόπος διενέργειας της διαδικασίας χορήγησης των αδειών μέσω της δημοπρασίας, ε) η τιμή

εκκίνησης ανά κατηγορία άδειας, στ) οι προϋποθέσεις συμμετοχής των υποψηφίων στη διαδικασία τόσο της προεπιλογής όσο και της τελικής φάσης της δημοπρασίας και η διαδικασία ελέγχου της συνδρομής αυτών, ζ) τα έγγραφα που απαιτείται να υποβάλλουν οι υποψήφιοι, η) ο τρόπος ανακήρυξης των αδειούχων και οι υποχρεώσεις αυτών. Η διαδικασία χορήγησης αδειών εθνικής εμβέλειας και αδειών περιφερειακής εμβέλειας για κάθε περιφέρεια είναι αυτοτελής. Προβλέπεται η απαραίτητη δημοσιότητα της προκήρυξης με τη δημοσίευση του πλήρους κειμένου της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η ανάρτησή της στις ιστοσελίδες του Ε.Σ.Ρ. και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας. Όλα τα στοιχεία που υποβάλλονται από τους υποψηφίους θεωρούνται δεσμευτικά , ενώ δεν επιτρέπεται αίτηση υπό αίρεση ή με επιφύλαξη.

Άρθρο 12. Με το άρθρο 12 προβλέπεται η διαδικασία προεπιλογής από το Ε.Σ.Ρ. των αιτήσεων συμμετοχής των υποψηφίων προκειμένου να συμμετάσχουν στη δημοπρασία με βάση τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 3 – 10 του παρόντος, η γνωστοποίηση προς στους συμμετέχοντες ότι έχουν προεπιλεγεί με ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Ε.Σ.Ρ. και αποστολή συστημένης επιστολής καθώς και η πρόβλεψη ενστάσεως για τους αποκλεισθέντες.

Άρθρο 13. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 ορίζεται το πλαίσιο διεξαγωγής της δημοπρασίας και ειδικότερα η διενέργειά της μέσω πολλαπλών γύρων με αυξανόμενο τίμημα επί της καθοριζόμενης τιμής εκκίνησης, η διάρκεια του κάθε γύρου, ο καθορισμός της προσαύξησης της τιμής προσφοράς ανά γύρο, οι υποχρεώσεις των συμμετεχόντων, ο τρόπος υποβολής των προσφορών από τους συμμετέχοντες, η ανάδειξη των υπερθεματιστών και ο τρόπος καταβολής του τιμήματος. Παράλληλα δίδεται εξουσιοδότηση προς το Ε.Σ.Ρ. να καθορίσει με την προκήρυξη τα ανωτέρω και τις λοιπές λεπτομέρειες διεξαγωγής της δημοπρασίας . Με την παράγραφο 2 θεσπίζεται έλεγχος πόθεν έσχες για την καταβολή του τιμήματος από τον υπερθεματιστή. Με τις παραγράφους 3 – 5 ορίζεται ο τρόπος καταβολής του

τιμήματος, η ανακοίνωση των υπερθεματιστών και η εν όλω ή εν μέρει ματαίωση της διαδικασίας αδειοδότησης στην περίπτωση που δεν υποβληθούν καθόλου ή υποβληθούν λιγότερες από τις προκηρυσσόμενες άδειες υποψηφιότητες.

Άρθρο 14. Με το άρθρο 14 ρυθμίζεται η χορήγηση των αδειών καθώς και οι όροι και το περιεχόμενο αυτών. Ειδικά με την παράγραφο 1 ορίζεται ότι τα πρωτότυπα των αδειών, που εκδίδονται από το Ε.Σ.Ρ., τηρούνται σε ειδικό βιβλίο και αντίγραφα αυτών αποστέλλονται στην Ε.Ε.Τ.Τ. και στην αρμόδια Περιφέρεια κάθε αδειούχου εταιρίας. Με την παράγραφο 2 καθορίζονται τα ελάχιστα στοιχεία που αναγράφονται σε κάθε άδεια. Με την παράγραφο 3 ορίζονται επιπρόσθετοι όροι που πρέπει να τηρούν οι αδειούχοι. Με την παράγραφο 4 επιβάλλεται η αδιάλειπτη μετάδοση του προγράμματος των παρόχων περιεχομένου. Με την παράγραφο 5 επιβάλλεται η υποχρέωση των αδειούχων για απευθείας εκμετάλλευση της επιχείρησής τους και ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις ανάθεσης προγραμμάτων σε τρίτους. Με την παράγραφο 6 επιβάλλονται στους αδειούχους οι εξής υποχρεώσεις: α) τήρησης των ισχυόντων κανόνων δεοντολογίας καθώς και του συνόλου της κείμενης ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας, β) σύναψης , είτε απευθείας είτε μέσω του συλλογικού φορέα στον οποίο συμμετέχουν, συλλογικών συμβάσεων εργασίας με το κάθε είδους απασχολούμενο σε αυτούς προσωπικό, γ) τήρησης της ημεδαπής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα, ιδίως ως προς τη σύναψη σχετικών συμβάσεων με τους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης των δικαιωμάτων αυτών και δ) κατάθεσης κατά την έναρξη της τηλεοπτικής περιόδου περίληψης των κατηγοριών των προγραμμάτων που θα μεταδίδουν. Με την παράγραφο 7 καθορίζονται οι προϋποθέσεις δικτύωσης των παρόχων περιεχομένου περιφερειακής εμβέλειας. Με την παράγραφο 8 επιβάλλεται στους αδειούχους η υποχρέωση εγκατάστασης εντός της ελληνικής επικράτειας και ορισμού αντικλήτου για την εκπροσώπησή τους ενώπιον των Ελληνικών Αρχών. Με την παράγραφο 9 επιβάλλεται στους αδειούχους η υποχρέωση διατήρησης, καθόλη τη διάρκεια της άδειας, των

ιδίων κεφαλαίων, όχι κάτω από το ύψος των δηλωθέντων και αξιολογηθέντων καθώς και η υποχρέωση σύνταξης ετήσιων οικονομικών τους καταστάσεων σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, εφόσον ο κύκλος των εργασιών τους υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ. Με την παράγραφο 10 καθιερώνεται η απαγόρευση τροποποίησης των όρων της άδειας. Με την παράγραφο 11 προβλέπεται ο έλεγχος της παράβασης των χορηγούμενων αδειών από το Ε.Σ.Ρ.

Άρθρο 15. Με το άρθρο 15 προβλέπονται ειδικοί λόγοι ανάκλησης της χορηγούμενης άδειας, και οι οποίοι είναι οι εξής: α) η μείωση των ιδίων κεφαλαίων της αδειούχου ανώνυμης εταιρίας σε σχέση με το απαιτούμενο ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο που απαιτείτο προς χορήγηση της άδειας , β) η μείωση του προσωπικού της αδειούχου ανώνυμης εταιρίας σε σχέση με το απαιτούμενο προς χορήγηση της άδειας ελάχιστο αριθμό απασχολουμένων και γ) η μη τήρηση από την αδειούχο εταιρία των προβλεπομένων προϋποθέσεων που αφορούν το εκπεμπόμενο πρόγραμμα και βάσει του οποίου χορηγήθηκε η άδεια.

 

Β΄ Κεφάλαιο

Άρθρο 16. Με το άρθρο 16, συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου το οποίο λαμβάνει τη μορφή Ανώνυμης Εταιρίας και έχει ως σκοπό την ανάπτυξη δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής. Ο Ν. 4324/2015 (ΦΕΚ Α΄ 44) επιτρέπει την σύσταση θυγατρικών από την ΕΡΤ εταιριών ή άλλων νομικών προσώπων στην επικράτεια. Αντίστοιχα, και οι διατάξεις του άρθρου 2 του Ν. 4324/2015 επιτρέπουν τη σύσταση από την ΕΡΤ Α.Ε. θυγατρικών εταιριών, αλλά και προσδιορίζει συνολικά το χαρακτήρα και το στόχο των εταιριών αυτών που πρέπει να βρίσκεται εντός των σκοπών της ΕΡΤ Α.Ε. Στην παράγραφο 1 προσδιορίζεται η επωνυμία της θυγατρικής εταιρίας («ΕΡΤ Δίκτυο Επίγειας Ψηφιακής Ευρυεκπομπής- ΕΡΤnet A.E.» – εφεξής «Εταιρία»), η νομική της μορφή (Ανώνυμη Εταιρία) και η έδρα της. Στην παράγραφο 2 αυτού προσδιορίζεται το διέπον δίκαιο της εταιρίας, ο τρόπος έγκρισης του Ιδρυτικού της καταστατικού (κοινή απόφαση

του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού για θέματα Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στην παρ. 3 προσδιορίζονται οι σκοποί της εταιρίας και, ειδικότερα, οι δραστηριότητες που εμπίπτουν σε αυτούς. Ειδικότερα, προσδιορίζεται ότι η Εταιρία μπορεί να ασκεί το σύνολο των δραστηριοτήτων που επιτρέπουν την εγκατάσταση, λειτουργία, συντήρηση, εκμετάλλευση, διαχείριση και ανάπτυξη δικτύου μετάδοσης σημάτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής με χρήση συχνοτήτων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο για την μεταφορά περιεχομένου. Οι δραστηριότητες αυτές αποτελούν μέρος των ευρύτερων δραστηριοτήτων που έχει κατά νόμο η ΕΡΤ Α.Ε. σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 4173/2013, ενώ η εκπομπή του ραδιοτηλεοπτικού σήματος καθορίζεται από τους κανόνες του ισχύοντα χάρτη συχνοτήτων. Επιπλέον, η Εταιρία μπορεί να παρέχει υπηρεσίες πολυπλεξίας και μετάδοσης ψηφιακού τηλεοπτικού περιεχομένου, και παροχή συμπληρωματικών και επιπρόσθετων διαδραστικών υπηρεσιών, δεδομένων και διαδικτύου. Τέλος, μπορεί να κάνει χρήση κατάλληλων αναγνωριστικών στοιχείων για τις Πληροφορίες Υπηρεσιών και στοιχείων Πληροφοριών Συγκεκριμένου Προγράμματος διαμορφώνοντας κατάλληλο περιβάλλον πλοήγησης στους δέκτες για το ευρύ κοινό. Αναφέρεται δε ότι εφαρμόζεται το άρθρο 2 παρ. 11 του Ν. 4324/2015, ενώ υπάγεται στον έλεγχο της αρμόδιας αρχής, όπως ο νόμος ορίζει. Με την παράγραφο 4 προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις της Εταιρίας σε σχέση με την εγκατάσταση του Δικτύου, τις υπηρεσίες που οφείλει να παρέχει σε συμμόρφωση με τα διεθνή πρότυπα και τις εντολές, πράξεις κ.λ.π. των αρμοδίων αρχών ιδίως να εφαρμόζει τον χάρτη συχνοτήτων τηρώντας τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτού. Με την παράγραφο β προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις εγκατάστασης και λειτουργίας αριθμού πολυπλεκτών ώστε να καλύψει τουλάχιστον τον αριθμό των παρόχων που έχουν υποβάλει αίτηση σύναψης σύμβασης με ρυθμό μετάδοσης που αντιστοιχεί σε ποιότητας τουλάχιστον τυπικής ευκρίνειας. Με την παράγραφο 5 προσδιορίζεται το σύνολο των τεχνικών χαρακτηριστικών που οφείλει να παρέχει η Εταιρία και συγκεκριμένα ότι αυτή οφείλει να εφαρμόζει τις πράξεις, αποφάσεις των αρμοδίων φορέων και αρχών, ως και της κείμενης νομοθεσίας αναφορικά τις τεχνικές προδιαγραφές.

Με την παράγραφο 6 ορίζονται το μετοχικό κεφάλαιο και οι πόροι της Εταιρίας.

Με την παράγραφο 7 ορίζονται τα όργανα διοίκησης, καθώς και η εκλογή και σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρίας.

Με την παράγραφο 8 ορίζεται ο τρόπος διορισμού, οι αρμοδιότητες και η λειτουργία του Διευθύνοντος Συμβούλου της Εταιρίας.

Με την παράγραφο 9 ορίζονται τα κωλύματα και ασυμβίβαστα των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

Με την παράγραφο 10 προσδιορίζεται η αρμοδιότητα για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της Εταιρίας.

Με την παράγραφο 11 προβλέπεται η διάθεση από τη μητρική στη θυγατρική εταιρία απασχολουμένων ανεξαρτήτως είδους απασχόλησης σε αυτήν (αορίστου ή ορισμένου χρόνου) καθώς επίσης και η σύναψη συμβάσεων έργου με εξωτερικού συνεργάτες με αποφάσεις του Διευθύνοντος Συμβούλου όταν τούτο κρίνεται αναγκαίο ιδίως σε επείγουσες περιπτώσεις ή με εξειδικευμένο αντικείμενο. Για το μόνιμο και αορίστου χρόνου προσωπικό προβλέπεται η έκδοση εντός 6 μηνών από την δημοσίευση του παρόντος νόμου Γενικού Κανονισμού Προσωπικού που θα εγκριθεί από τη Γενική Συνέλευση μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου και στο οποίο θα προβλέπονται τα σχετικά με τη διαδικασία, τα προσόντα πρόσληψης και κάθε άλλο θέμα σχετιζόμενο με αυτήν.

 

Γ΄ Κεφάλαιο

Άρθρο 17. Με το άρθρο 17 παρ. 1 (τροποποίηση του άρθρου 6 του Ν. 4070/2012) προσδιορίζεται ο χαρακτήρας και τα όρια των αρμοδιοτήτων της ΕΕΤΤ. Σε πλήρη αρμονία με το κοινοτικό κεκτημένο, η ΕΕΤΤ ορίζεται ως η Εθνική Ρυθμιστική Αρχή σε θέματα παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών. Βασική της αποστολή είναι ο έλεγχος, ρύθμιση και η εποπτεία της αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ο νόμος προσδιορίζει το χαρακτήρα της ΕΕΤΤ ως ρυθμιστικής αρχής ανεξάρτητης λειτουργίας με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και προσδιορίζει ως έδρα λειτουργίας της την Αθήνα. Το άρθρο 17 προσδιορίζει επίσης ότι τα μέλη της ΕΕΤΤ απολαμβάνουν προσωπικής και

λειτουργικής ανεξαρτησίας. Τέλος προσδιορίζεται ρητώς ότι η ΕΕΤΤ εποπτεύεται από τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Η εποπτεία αυτή έγκειται στην εμβάθυνση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της ΕΕΤΤ, ως ρυθμιστικής αρχής ανεξάρτητης λειτουργίας. Το παρόν σχέδιο νόμου παρέχει τα απαραίτητα και ουσιώδη εχέγγυα ανεξάρτητης από πολιτικές παρεμβάσεις λειτουργία της ΕΕΤΤ όχι όμως ανέλεγκτης, κατά βασική αρχή της σύννομης λειτουργίας των ανεξάρτητων αρχών, σύμφωνα με την οποία η δημοκρατική λειτουργία τους βρίσκεται σε αρμονία με το συνταγματικό κανόνα της μη κατάργησης της διάκρισης των εξουσιών, άλλως ελλείπει η δημοκρατική τους νομιμοποίηση. Η εποπτεία αυτή έγκειται στην διασφάλιση (α) της ανεξαρτησίας της ΕΕΤΤ και των μελών της, (β) της προσήλωση της ΕΕΤΤ στην πραγματοποίηση της αποστολής της και (γ) της λογοδοσίας της ΕΕΤΤ σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου και το θεσμικό της περίγραμμα μέσα από την εγκαθίδρυση υποχρεώσεων ενημέρωσης για τη δράση της και την αποτελεσματική λειτουργία του πειθαρχικού της συμβουλίου. Η εποπτεία αυτή δεν καταργεί αλλά ενισχύει την ανεξαρτησία της ΕΕΤΤ, αφού διασφαλίζει την λειτουργία της εντός των ορίων της αποστολής της και την δυνατότητα της να επιτελεί το έργο της χωρίς παρεμβάσεις από άλλους φορείς ή τον ιδιωτικό τομέα. Με το άρθρο 17 παρ. 2 καθορίζεται η σύνθεση της ΕΕΤΤ ως εννεαμελής, οι αρμοδιότητες του Προέδρου και του Αντιπροέδρων καθώς και τα προσόντα επιλογής των μελών της επιτροπής που πρέπει να είναι του υψηλότερου επιπέδου και με αντικείμενο συναφές με το θεσμικό ρόλο της ΕΕΤΤ. Με το άρθρο 17 παρ. 3 επαναπροσδιορίζεται, ως ίσχυε μέχρι πρότινος, ο τρόπος επιλογής του προέδρου και αντιπροέδρου, καθώς και των μελών της ΕΕΤΤ. Σε συνέχεια της ρύθμισης της παρ. 1, ο πρόεδρος και αντιπρόεδρος ορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από πρόταση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Με το σχήμα αυτό διασφαλίζεται η ισορροπία ανάμεσα στις επιλογές της κυβέρνησης και στην γνώμη που εκφράζεται από την Βουλή. Ο ρόλος του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού ως του φορέα άσκησης της εθνικής πολιτικής στον τομέα αυτό, επιβεβαιώνεται και με τον ορισμό των μελών της ΕΕΤΤ από αυτόν. Η θητεία της ΕΕΤΤ ορίζεται στα 4 χρόνια, ενώ ο περιορισμός του διορισμού μελών της ΕΕΤΤ για

περισσότερο από δύο θητείες, διαδοχικές ή μη, λειτουργούν ως ασφαλιστικές δικλείδες για να επιτυγχάνεται η διατήρηση της ανεξαρτησίας της ΕΕΤΤ από την αγορά την οποία ρυθμίζει. Με το άρθρο 17 παρ. 4 ορίζεται ότι η ΕΕΤΤ μπορεί με απόφασή της να εγκαθιστά και να λειτουργεί γραφεία και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Επιπλέον, ορίζονται οι πληροφοριακές υποχρεώσεις της ΕΕΤΤ έναντι του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και της Βουλής, των οργάνων δηλαδή που εμπλέκονται και στον διορισμό και την εποπτεία της. Ειδικότερα η ΕΕΤΤ γνωστοποιεί τις αποφάσεις, πράξεις και λοιπά έγγραφα στον Υπουργό, υποχρεούται να γνωστοποιεί την έκθεση πεπραγμένων της τόσο στον Υπουργό όσο και στη Βουλή και υποβάλλει στον υπουργό εκθέσεις για την κατάσταση στον τομέα των ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιών εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Με το άρθρο 17 παρ. 5 τίθεται μία ακόμη δικλείδα για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του προέδρου και των αντιπροέδρων της ΕΕΤΤ, δηλαδή η αναστολή άσκησης οποιουδήποτε άμισθου ή έμμισθου δημοσίου ή δικηγορικού λειτουργήματος ή οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας. Επιπλέον ορίζεται η δυνατότητα των μελών να διατηρούν την ιδιότητά τους ως μελών διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού ανώτατων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Με το άρθρο 17 παρ. 6 ορίζεται ότι ο τρόπος προσδιορισμού των αποδοχών του προέδρου και αντιπροέδρων και η αποζημίωση των υπολοίπων μελών της ΕΕΤΤ καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Με το άρθρο 17 παρ. 7 συμπληρώνεται η διάταξη της παρ. 5, καθώς ορίζονται οι όροι ανεξαρτησίας των λοιπών μελών της ΕΕΤΤ που δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Ο περιορισμός δεν αφορά οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα, όπως συμβαίνει με τον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους του ΕΕΤΤ, αλλά τις δραστηριότητες εκείνες που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες της ΕΕΤΤ, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 12 του 4070/2012. Πρόκειται για διάταξη που θωρακίζει την ανεξαρτησία των μελών της ΕΕΤΤ και διασφαλίζει την λειτουργία της χωρίς αμφισβητήσεις σε σχέση με τα κίνητρα των μελών αυτής. Με το άρθρο 17 παρ. 8 εισάγεται μία ακόμη διάταξη ενισχυτική της ανεξαρτησίας της ΕΕΤΤ. Προσδιορίζεται ότι τόσο ο πρόεδρος, όσο και οι αντιπρόεδροι της ΕΕΤΤ δεν μπορούν να παρέχουν οποιασδήποτε μορφής υπηρεσία που σχετίζεται με την

άσκηση των καθηκόντων τους για πέντε έτη μετά τη λήξη της θητείας τους. Με τη διάταξη αυτή εξασφαλίζεται η αμεροληψία στη λήψη των σχετικών αποφάσεων κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Αντίστοιχης φιλοσοφίας είναι η διάταξη που απαγορεύει στον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους της ΕΕΤΤ να υπερασπιστούν για πέντε έτη μετά τη λήξη της θητείας τους οποιαδήποτε υπόθεση έχουν χειριστεί ενώπιον της ΕΕΤΤ ή την προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων κατά αποφάσεων της ΕΕΤΤ. Το πρόστιμο που προβλέπεται σε περίπτωση παράβαση της διάταξης αυτής είναι ποσό δεκαπλάσιο των συνολικών αποδοχών και αποζημιώσεων που έχουν λάβει από την ΕΕΤΤ κατά της διάρκεια της θητείας τους. Με το άρθρο 17 παρ. 9 προσδιορίζεται η διαδικασία με την οποία δημόσιοι λειτουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύονται από το κράτος καθώς και δικηγόροι με έμμισθη εντολή μπορεί να διορίζονται μέλη της ΕΕΤΤ και ποιες είναι οι επιπτώσεις αυτού του διορισμού στη μισθολογική τους κατάσταση και υπηρεσιακή τους εξέλιξη. Με το άρθρο 17 παρ. 10 ορίζεται ότι τα μέλη της ΕΕΤΤ δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους εκτός εάν ενήργησαν με δόλο ή παραβίασαν απόρρητο πληροφοριών ή παρέβησαν το καθήκον εχεμύθειας. Η διάταξη αυτή έχει, όπως και το σύνολο των διατάξεων του παρόντος, στόχο τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της ΕΕΤΤ εξισορροπώντας ανάμεσα στην δυνατότητα που έχει το μέλος να εκφράζει την άποψη του και στην ευθύνη εάν λειτουργεί είτε με δόλο, είτε εφόσον παραβιάζει κανόνες που σχετίζονται με τη διάθεση πληροφορίας που είναι απόρρητη ή εμπιστευτική.

Άρθρο 18. Με το άρθρο 18 παρ. Α καταργείται και αντικαθίσταται το άρθρο 10 του Ν. 4070/2012 ως ακολούθως: Με την παράγραφο Α1 προσδιορίζεται το εύρος της πειθαρχικής ευθύνης των μελών της ΕΕΤΤ σε σχέση με την κείμενη νομοθεσία.

Με την παράγραφο Α2 συγκροτείται το πειθαρχικό συμβούλιο της ΕΕΤΤ. Η σύνθεση του, από έναν Σύμβουλο Επικρατείας, έναν Αρεοπαγίτη και τρεις Καθηγητές Α.Ε.Ι. με γνωστικό αντικείμενο τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ή το δίκαιο, του προσδίδει χαρακτηριστικά υψηλής ποιότητας και ανεξαρτησίας, ενώ η τριετής του θητεία διασφαλίζει ότι δεν δημιουργούνται εξαρτήσεις κατά τη λειτουργία του. Με τη παράγραφο Α3 καθορίζεται η διαδικασία σύστασης και το ύψος αμοιβών των

μελών του πειθαρχικού συμβουλίου. Η συγκρότηση γίνεται με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και του Υπουργού Δικαιοσύνης. Με τη παράγραφο Α4 ορίζεται η απαρτία για τις συνεδριάσεις του πειθαρχικού συμβουλίου και καθορίζεται η απαιτούμενη για τη λήψη αποφάσεων πλειοψηφία.

Με τη παράγραφο Α5 προσδιορίζεται το εύρος των πειθαρχικών παραπτωμάτων των οποίων επιλαμβάνεται το πειθαρχικό συμβούλιο. Αυτά περιλαμβάνουν: α) την, κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, παράβαση του παρόντος νόμου και της κείμενης νομοθεσίας, β) την αποδεδειγμένη πλημμέλεια περί την εκτέλεση των καθηκόντων και υποχρεώσεων τους, γ) την παράβαση κάθε πράξης, απόφασης κ.λ.π. του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού αναφορικά με την τήρηση των αναφερομένων στο άρθρο 4 του παρόντος και δ) την ασυμβίβαστη και απάδουσα, προς το κύρος, αποστολή και σκοπό της ΕΕΤΤ ως Εθνικής Ρυθμιστικής Αρχής, διαγωγή. Επιπλέον, με την παράγραφο Α5 προσδιορίζονται οι ποινές για τα πειθαρχικά παραπτώματα, δηλαδή η επίπληξη και η οριστική παύση.

Οι διατάξεις της παραγράφου Α5 έχουν ως στόχο να διασφαλισθεί η λογοδοσία και η αυτοτέλεια της ΕΕΤΤ. Για το λόγο αυτό, γίνεται ρητή αναφορά στην παραβίαση της κείμενης νομοθεσίας, αλλά και στις πράξεις του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού αναφορικά με την τήρηση των όσων περιγράφονται στο άρθρο 4 του Ν 4070/2012 και που ουσιαστικά προστατεύουν τον χαρακτήρα, αποστολή και ανεξαρτησία της ΕΕΤΤ. Με τη παράγραφο Α6 ορίζεται ότι εάν υπάρχουν δύο τουλάχιστον επιπλήξεις ενός μέλους της ΕΕΤΤ, το μέλος εκπίπτει της θέσεώς του. Με τη παράγραφο Α7 ορίζεται ότι η διαπιστωθείσα, δια αποφάσεως του πειθαρχικού συμβουλίου, παράβαση των άρθρων 7,8 και 9 συνεπάγεται την οριστική παύση και έκπτωση από θέση του μέλους της ΕΕΤΤ. Με τη παράγραφο Α8 προσδιορίζεται η διαδικασία με την οποία ασκείται η πειθαρχική δίωξη. Αυτό γίνεται είτε αυτεπαγγέλτως, ύστερα από έγγραφη ανακοίνωση Δημόσιας Αρχής ή του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού ή ύστερα από αναφορά οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Η άσκηση της πειθαρχικής αγωγής γίνεται από τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού για τον πρόεδρο και

τους αντιπροέδρους της ΕΕΤΤ και από τον πρόεδρο της ΕΕΤΤ για τα μέλη της. Επίσης, προσδιορίζεται η διαδικασία με την οποία τα κατηγορούμενα μέλη της ΕΕΤΤ πληροφορούνται σε σχέση με το κατηγορητήριο και την δικογραφία. Με την παράγραφο 9 προσδιορίζεται ο τρόπος με τον οποίο συνέρχεται και λαμβάνει αποφάσεις το πειθαρχικό συμβούλιο. Με τη παράγραφο Α10 προσδιορίζεται η διαδικασία κλήτευσης και ακρόασης των μαρτύρων κατά την πειθαρχική διαδικασία. Με τη παράγραφο Α11 προσδιορίζεται ότι η απόφαση, ειδικώς αιτιολογημένη συντάσσεται εγγράφως, τηρούνται δε συνοπτικά πρακτικά. Με το άρθρο 18 παρ. 12 προσδιορίζεται ότι οι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου κοινοποιούνται αμελλητί επιμελεία του Προέδρου αυτού στον Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και είναι άμεσα εκτελεστές. Ο τελευταίος εκδίδει σχετική πράξη που κοινοποιείται στο μέλος της ΕΕΤΤ. Με την παράγραφο Α13 προσδιορίζεται η αυτοτέλεια της πειθαρχικής διαδικασίας από κάθε άλλη δίκη. Με τη παράγραφο Α14 προσδιορίζονται οι χρόνοι παραγραφής των πειθαρχικών παραπτωμάτων (πενταετία από την τέλεση αυτών) καθώς και οι πράξεις που διακόπτουν την παραγραφή. Με τη παράγραφο Α15 ορίζεται ότι η πειθαρχική διαδικασία των μελών της ΕΕΤΤ είναι ειδική διαδικασία και ως τέτοια κατισχύει κάθε άλλης διάταξης γενικής ή ειδικής. Με τη παράγραφο Α16 ορίζεται η παράβαση του απορρήτου ή της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που έρχονται στην κατοχή του ως ειδικό ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδων (10.000) Ευρώ έως εξήντα χιλιάδων (60.000 Ευρώ). Επιπλέον, ορίζεται ότι αν τέλεσε τη πράξη με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον αθέμιτο όφελος ή να βλάψει άλλον, επιβάλλεται κάθειρξη. Αν η πράξη τελέστηκε από αμέλεια, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή. Η επιλογή να υπάρξει ειδική μνεία στην παραβίαση της εμπιστευτικότητας και του απορρήτου της πληροφορίας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τη συνολική στόχευση του νομοθετήματος που είναι η ενίσχυση της ανεξαρτησία της ΕΕΤΤ. Αυτό μπορεί να διασφαλισθεί μόνο εφόσον υπάρχουν φραγμοί στην μεταφορά της πληροφορίας που με εμπιστευτικό τρόπο φτάνει στα μέλη της ΕΕΤΤ. Πρόκειται για διάταξη που διασφαλίζει τόσο την ανεξαρτησία των μελών της ΕΕΤΤ όσο και την εύρυθμη και μακριά από νοθεύσεις λειτουργία της αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών,

προς όφελος της κοινωνίας και της οικονομίας, κάτι που είναι και ο συνολικό σκοπός της ρύθμισης στο χώρο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Με το άρθρο 18 παρ.Β καταργείται ρητώς το Προεδρικό Διάταγμα 140/2014 (ΦΕΚ Α 230), το οποίο εκδόθηκε κατ΄εξουσιοδότηση της παρ.3 του καταργηθέντος άρθρου 10 του Ν.4070/2012, καθόσον σε αυτό υφίσταται ελλείψεις και κενά, αναφορικά με τη ρύθμιση θεμάτων πειθαρχικής ευθύνης (έννοια πειθαρχικών παραπτωμάτων, παραγραφές κ.λ.π.) καθιστώντας αδύνατη και αδύναμη την άσκηση πειθαρχικής διώξεως ως προς τη στοιχειοθέτηση πειθαρχικών παραπτωμάτων που θα επέσυραν πειθαρχικές ποινές σε βάρος των μελών της ΕΕΤΤ.

Άρθρο 19. Με το άρθρο 19 προστίθεται παράγραφος στο ισχύον άρθρο 80 του Ν. 4070/2012, προς το σκοπό της επωφελέστερης αξιοποίησης από το Δημόσιο του αγαθού των ραδιοσυχνοτήτων και της πλήρους εκμεταλλεύσεως των πολυπλεκτών.

 

Δ΄ Κεφάλαιο

Άρθρο 20. Με το άρθρο 20, η εν λόγω ρύθμιση επιβάλλεται δεδομένου ότι σημαντικός αριθμός έργων που αφορούν τις υποδομές της Χώρας υλοποιούνται από φορείς που υπάγονται στο ΦΠΑ και κατά συνέπεια ο εν λόγω φόρος επί της δαπάνης κατασκευής των έργων είναι μη επιλέξιμος.Εκτός αυτών είχε διαπιστωθεί ότι η πλειονότητα των φορέων δεν διέθετε τα απαραίτητα ταμειακά διαθέσιμα προκειμένου να καταβάλουν στους αναδόχους τους τον αναλογούντα ΦΠΑ και αρκούνταν να πληρώσουν σε αρκετές περιπτώσεις μόνο την αξία των τιμολογίων χωρίς τον φόρο αυτό. Αυτό είχε ως συνέπεια να μειωθεί ακόμη περισσότερο η έτσι και αλλιώς μικρή ταμειακή ρευστότητα των αναδόχων. Εξ’ αιτίας του τελευταίου αυτού γεγονότος πολλά έργα που είχαν αναδόχους χαμηλής χρηματοοικονομικής ρευστότητας καθυστερούσαν την εξόφληση των τιμολογίων με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η ολοκλήρωση μεγάλου αριθμού έργων και να μην απορροφώνται πόροι του ΕΣΠΑ. Ωστόσο από την εφαρμογή του ανωτέρω μέτρου μέχρι σήμερα διαπιστώθηκαν αντίθετα σχετικώς αποτελέσματα, δηλαδή φορείς μεγάλων συγχρηματοδοτούμενων έργων ενώ είχαν τη δυνατότητα καταβολής του ΦΠΑ δεν τον κατέβαλαν σύμφωνα με την ανωτέρω παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 4281/2014 με άμεσες συνέπειες την οφθαλμοφανή μείωση της απορροφητικότητας των πόρων του ΕΣΠΑ λόγω περαιτέρω μείωσης της χρημοτοοικονομικής ρευστότητας των αναδόχων. Για τους λόγους αυτούς επιβάλλεται η υιοθέτηση της συγκεκριμένης διάταξης ώστε να διαφυλαχθεί η συνέχιση και ολοκλήρωση των έργων για την εξυπηρέτηση των πολιτών και της ανάπτυξης της οικονομίας.

Άρθρο 21. Με το άρθρο 21 επιδιώκεται προσωρινά και για ορισμένο χρόνο να αντιμετωπιστεί άμεσα η τωρινή αδυναμία εξυπηρέτησης των αυτοκινητιστών, από την έλλειψη λειτουργίας σε όλα τα καθορισμένα σημείων των εγκεκριμένων μελετών των σταθμών εξυπηρέτησης αυτοκινητιστών, λόγω μη εισέτι ολοκλήρωσης της κατασκευής τους. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα οι αυτοκινητιστές εντός των κλειστών αυτοκινητοδρόμων και για μεγάλες χιλιομετρικές αποστάσεις να μην διαθέτουν σταθμούς ανεφοδιασμού τους με καύσιμα καθώς και με λοιπές συναφείς εγκαταστάσεις. Με τη ρύθμιση αυτή και στα σημεία που δεν έχουν κατασκευαστεί ακόμη οι σταθμοί αυτοί προβλέπεται προσωρινά και μέχρι την έναρξη λειτουργίας αυτών των σταθμών να επιτρέπεται η χρήση των απευθείας συνδέσεων που παραμένουν σε προσωρινή λειτουργία μέχρι ολοκληρώσεως της κατασκευής και λειτουργίας των σταθμών αυτών.

Exit mobile version